TΟ ΠΟΙΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΠΗΛΟΣ ΠΟΥ
ΠΕΡΠΑΤΑ
…και αυτό παρεβρίσκεται στο δωμάτιο
εύφλεκτο, αφύλακτο, άστεγο...
Διακρίνεται ένα μακρόστενο τραπέζι με δύο πάγκους.
Κάθομαι και γράφω, σκυμμένη σε μια πληθώρα χαρτιών.
Ακατάπαυστα ένα φως ακτινωτό κατεβαίνει λούζοντάς με.
Ηλεκτρικό κατασκεύασμα ή έρχεται από κάπου, αδιάφορο
- με ηλεκτρίζει...
Γράφω γράφω, διορθώνω τα ποήματα και σβήνω και διορθώνω
έως το σημείο, εάν έχει σημείο αποδοχής.
Άξαφνα και μόλις τελειώνω ακούω ψιθυρίσματα, ρυθμούς
κι επάρσεις ενώ τα ποιήματα ένα παρά ένα παίρνουν
μορφές ανθρώπων
- πλήθος άνθρωποι ανακλαδίζονται,
φιδοφυρνούν, διαχειρίζονται τα ουρλιαχτά, πετούν μην
και ποδοπατήσουν την αγάπη, μ’ ένα μαχαίρι κόβουν το
αυθόρμητο -επαρχιώτης ο κόσμος εφορμά,
περίβλεπτοι αυτοκτονούν
κι η ναρκωμένη κάμαρα
-ράμπα ενός μονόπρακτου-
πλημμυρίζει λάμψεις και αίμα!
Έκθαμβη στην εναλλαγή, με τρυφερότητα παραδοχής
κυκλοφορώ ανάμεσά τους
σαν τίποτα να μην συμβαίνει
μονολογώντας
μονολογώντας...
THE POEM IS WALKING
CLAY
…and it is present in the room,
combustible unguarded, roofless…
An elongated table is detected with two benches
I sit and write, hunched over a plethora of papers
Ceaselessly a light in rays descended bathing me
An electric contraption of coming from somewhere, irrelevant
- it electrifies me…
I write I write I correct the poems and wipe out and correct up
to the point, if it has a point of acceptance
Out of the blue and the moment I am through I hear whispers,
rhythms and prides as one by one the poems take
on human forms
- a plethora of people squat,
meander, manage the howls, fly lest
they trample on love,
with a knife they cut the spontaneity
– the world, naif,
makes an assault they kill themselves
and the drugged room
- a ramp for an one act play -
overflows with sparkles and blood!
Astounded in this alteration, submerged in the tenderness of acceptance, I flow among them as is nothing was happening
talking to myself
talking to myself …