ΕΠΙΠΕΔΑ
Αλλά βλέπεις;
πόσο ορμητικά παραχωρώ τ’ αντικλείδια
τα στρωσίδια μαγικά
σαν παιδί κάθισες πετώντας
δραπετεύοντας
ένα όπλο
να σημαδεύει το ανυποψίαστο
κι όμως ξαναγυρίζεις
στον τόπο του αθώου
και της παραλαβής
και τέτοια που είμαι
βλέπεις
πόσο ορμητικά τείνω την παλάμη μου
ταχυδρόμησα άνθος
Εάν χυμό γεμάτη
ρόδι ή γυναίκα ή κλάμα
έπεσα από το κλαδί
και δεν μπορώ παρά το άνοιγμα
μισή στο χώμα μισή
κατά τον ουρανό
φτάνοντας το «σημείο»
Η ηδύτητα μου προκαλεί
με τρώγεις
κι ορέγομαι
την πορεία μου
Δεν γίνεται να φοβάμαι
: γνωρίζω
Δεν γίνεται να σπαράζω
: γνωρίζω
Δεν γίνεται να γελώ
: γνωρίζω
Δεν γίνεται να σε σκοτώσω
: γνωρίζω
LEVELS
But you see
how unfalteringly I surrender the keys
the carpets are magic
like a child you sat flying
escaping
a gun
pointing at the unsuspecting
still you return
in the place of innocent
and of receipt
and I am such that
you see how
unfalteringly I stretch my hand
I mailed a flower
Being full of sap
a pomegranate or a woman or a lament
I fell off the branch
and I can only exist in openness
half of me on the ground
half of me in the sky
reaching the “spot” ( “point” )
My sweetness provokes
you eat me
and I lust
after my course ( my march ? )
I cannot fear
: I know
I cannot crumble
: I know
I cannot laugh
: I know
I cannot kill you
: I know