ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ
στον Άγγελο άνδρα μου
Βαθιά
στο τελευταίο μου χώμα
Άγγελοι με μαύρους κύκλους στα μάτια
- οι κουρασμένοι μου φύλακες
με φτερούγες ταραχοποιές οργώνουν τη γη μου.
Αποκαΐδια, καταναλωτές, εκδορείς,
πατικωμένες αλήθειες, ίλιγγοι ποιήματα που
ακόμα είναι πηλός…
Περπατώ πιο βαθιά,
Άγγελοι με ματωμένα πέλματα
- οι σύντροφοί μου στους γκρεμνούς
κοιτούν με μάτια λίμνες,
έτσι πνίγεται το κρίμα, το τραχύ,
το θλιβερό …φθονερό πες
έτσι μαθαίνω την αλήθεια
που πάει μπροστά και κρύβεται
ή την κρύβουν
καθώς κρυφό
στο κέντρο του μετώπου μου
βαθύτερα
εκεί που σπάζει το σκοτάδι
εκεί το αρχαιότερο κοσμικό φως που
περνάει
Άγγελοι ασπρόντυτοι
- οι συνοδοί μου στο αμέριμνο, που
προχωρά και ξέρει,
ελαφρότατοι
ανάμεσα από σπλάχνα, καρδιά και κοκάλα,
σαν πληγή που πάει να γιάνει
επιτρέπουν μια δεύτερη αιωνιότητα,
την πίστη μου
που τη λένε
και χάος…
Το ναυάγιο αποσώζει τον εαυτό του
όπως το τικ-τακ σώζει το ρολόι
τα μωρά την αθωότητα,
το άγνωστο τη φαντασία
η πέτρα τη σκιά
-Κερδίζω από αυτό που χάνεται…
BLOOD TRANSFUSION
to my Angel husband
Deep
In my last earth
Angels dark circles around their eyes
- my weary guards
with turbulent wings are ploughing my soil.
Cinders, consumer’s skinners,
stepped-on truths, vertigo poems
still of clay –
I walk deeper,
Angels with bloodied soles
- my companions among the crags
gaze with watery eyes,
so we stifle the shame whatever is harsh,
grievous - insidious perhaps
so I learn the truth
which goes in from and hides
or is hidden
secretly
in the centre of my forehead,
deeper
where the darkness breaks
is the ancient cosmic light that
passes by
Angels dressed in white
- my escorts in the carefree thing, which
go ahead and know,
With such lightness
amidst bowels, heart and bones,
like a wound preparing to heal
permitting a second eternity
my faith
which they also call
chaos…
The shipwreck saves itself
as the ticking saves the clock
babies, innocence
the unknown, the imagination
the stone, the shadow
I gain from that which is lost…